έχεις πάρει αυτό το “και καλά” ύφος
ν’ ακουστεί το αντίο σου σαν πολύπλοκος γρίφος
νομίζεις θα φύγεις και θα γίνω χώμα…
μωρό μου έχεις πολλά να μάθεις ακόμα…
πήρες μια πόζα λες και θ’ απαγγείλεις
που ρε ανίκανη μια φορά να παραγγείλεις
σωστά δεν κατάφερες δυο χρόνια ποτέ
κι ήρθες σε μένα να πουλήσεις τώρα τουπέ;
ο μεγαλύτερος κάφρος
το χειρότερο λάθος
με αστείρευτο πάθος
και ατέρμονο βάθος
γι’ ακόμα μία φορά
τι κάνει τη διαφορά
θα διδάξω ξανά
άκου προσεκτικά…
βαρέθηκες είπες πως δεν αντέχεις
στο πλάι σου πλέον εμένα να έχεις
χρειάζεσαι είπες μια αλλαγή
κι αποφάσισες εγώ πως θα ήμουν αυτή
με βλέπεις μωρό μου ν’ ανησυχώ;
να τρέχω και να σε παρακαλώ,
να μείνεις κοντά μου και να προσπαθήσω,
τις ανάγκες σου όλες να τις καλύψω;
πρόσεξε καλή μου τι θα σου πω
με το λίγο που έχεις ανόητο μυαλό
προσπάθησε κι αν μπορείς να καταλάβεις
στο ηλίθιο κεφάλι σου καλά να βάλεις
πως για μένα αξία είχες όσο μπορούσες
όσο έλιωνες, ήθελες και προσπαθούσες
εδώ και αιώνες είσαι απλά μια κουρτίνα
που μου κρύβει τον ήλιο και ζέχνει ρουτίνα
τα μυαλά σου πήραν πολύ αέρα
δε φτάνει που ο κώλος σου είναι σα σιφονιέρα
ήρθες μ’ ένα ύφος σαν την κόμισα του κάστρου
που η μέση σου έχει περιφέρεια άστρου
για μένα λες, είσαι πολύ καλή
πως στη ζωή σου να μ’ έχεις είναι ντροπή
κάτι καλύτερο πως σου αξίζει
η κατάστασή σου βοήθειας χρίζει
ρε κοριτσάκι, απογοητευμένο
με μυαλό –λέμε τώρα– απονευρωμένο
το δουλεύεις καθόλου ή σε αχρηστία
έπεσε απ’ την πολύ που σε δέρνει τη …γοητεία;
δε φτάνει κάθε βράδυ που για να κοιμηθώ
πρέπει να σου λύσω την κάθε φοβία εγώ
την κάθε στον κόσμο ανησυχία
και όποια άλλη σκεφτείς, ανοησία.
δε φτάνει που για να είσαι ήρεμη εσύ
έχω ξεχάσει τι πάει να πει
υγιής διάλογος, φιλία, ταξίδια
για να μην εκτραπώ θα μιλήσω για ξίδια
που ‘χω αρχίσει να πίνω για να μη μιλάω
να νυχτώσει νωρίτερα παρακαλάω
να μη σε ακούω μ’ αυτήν τη μιζέρια
τα παράπονά σου είναι σαν τα’ αστέρια
κάθε μέρα χάνονται στου ήλιου το φως
κάθε βράδυ τους γίνεται αυτοσκοπός
να μου πρήξουν τα συκώτια, δεν πάει άλλο
ειλικρινά έχεις θέμα μεγάλο
και τώρα μου λες πως ήμουν και λίγος
περιμένοντας τι; να με πιάσει ρίγος;
να ανατριχιάσω και να ντροπιαστώ
κι απ τη ζωή μου να απογοητευτώ;
αγάπη μου νιώθεις ή να βάλω τις φωνές;
που νομίζεις πως ορίζουν τη ζωή οι ορμές
που ξυπνάς και κοιμάσαι και τις καλλωπίζεις
κι ανάλογα λατρεύεις, ξενερώνεις, χωρίζεις.
κάποιον θέλεις καλύτερο λες,
ν’ αποφεύγει τις άκυρες υπερβολές
να μη σου φωνάζει και να σε προσέχει
να ‘ναι άγριος αλλά και να σε αντέχει
να ‘ναι γλυκός και αισθηματίας
άλλα όχι γλυκανάλατος μέχρι αηδίας
να παίρνει αποφάσεις και να εκτελεί
αλλά να κάνει μόνο ό,τι λες εσύ
να σε παίρνει σαράντα τηλέφωνα τη μέρα
αλλά να μη σε ζηλεύει και το νιώθεις σα βδέλλα
να μη σε ελέγχει αλλά να σε προσέχει
να μην είναι μακριά αλλά και να απέχει
να θέλει να ξέρει πως ήταν η μέρα σου
αλλά να μη σε ελέγχει σαν τον πατέρα σου
το βράδυ να σε κοιτάζει όταν κοιμάσαι
να μην κοιμάται, λες και θα το θυμάσαι
να σε αγκαλιάζει μα να μη σε πιέζει
να μην τρώει γλυκά και πετιμέζι
να μη βιάζεται, αλλά να μη βαριέται
κι αν έχει ακράτεια, να κρατιέται.
να μην έχει φίλους που θα θέλει να βλέπει
θα έχει εσένα και έτσι πρέπει
μα να μην είναι μόνος και κρεμιέται από σένα
και ν’ ακούει Χατζηγιάννη και όχι ξένα.
Με αυτό σου το ύφος σου μου θυμίζεις δασκάλα
ή το δήμιο που ετοιμάζει φριχτή κρεμάλα
σιγά ρε γκεστάπο με τις εξαγγελίες
βαλε τα όσα θες στις μικρές αγγελίες
μάλλον καλή μου δεν κατάλαβες πως
νιώθω σα να μ’ ακούμπησε απόψε ο Θεός
ξεφορτώνομαι της ζωής μου το πιο βαρύ φορτίο
ταξιδεύει στης φωνής σου το γλυκόπιοτο αντίο!
Τράβα και βρες τον, τον μπαγλαμά
που μας έπρηξες με τα όσα θα έχει καλά
τράβα και βρες τον τον μπουγατσοκεφτέ
που χει θολώσει το μυαλό σου απ το ναργιλέ
δε ξέρω τι πίστευες πως θα συμβεί
με τα όσα ρητόρεψες με τόλμη κι ορμή
αλλά νιώθω παθιασμένη μία κυρία
με αγκαλιάζει λάγνα η Ανεξαρτησία
Επιτέλους παράλυτη ημιπληγική
σήκω και φύγε αυτή τη στιγμή
τράβα απ τη ζωή μου και εξαφανίσου
σήκω φύγε ηλίθια κι άντε και …
άψογοοοοοοοοοοοοοοο : ))))
=) Ευχαριστώ, ευχαριστώ! Να με χαίρεστε 😀